Tuesday, April 29, 2014

Απογοητεύεται εύκολα... Βοηθήστε το!



29 Απριλίου 2014

Η ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος και συγγραφέας κ. Αλεξάνδρα Καππάτου συμβουλεύει:

Κάθε φορά που συμβαίνει κάποια αναποδιά στη ζωή του παιδιού σας απογοητεύεται πολύ και δείχνει ότι δε μπορεί να διαχειριστεί την κατάσταση με ψυχραιμία. Αναρωτιέστε πώς μπορείτε να το βοηθήσετε να μάθει να αντιμετωπίζει τις αλλαγές και τις ατυχίες που μπορεί να του συμβούν; Η ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος και συγγραφέας αρκετών βιβλίων μεταξύ των οποίων τα "Οι γονείς κάνουν τη διαφορά", "Μεγαλώστε ευτυχισμένα παιδιά", "Οι γονείς χωρίζουν" και "Παιδιά στην εφηβεία, γονείς σε κρίση", κυρία Αλεξάνδρα Καππάτου συμβουλεύει.

Αν το παιδί έχει ήδη βιώσει κάποια απογοήτευση είναι σημαντικό να έχει την άνεση να σας εμπιστευτεί και να σας εκμυστηρευτεί αυτό που του συμβαίνει. Ωστόσο δεν είναι βέβαιο ότι θα σας μιλήσει, άλλα παιδιά το κρατούν μέσα τους ή θέλουν να μιλήσουν στους φίλους τους.

Αν όμως παρατηρείτε ότι το παιδί σας δείχνει στεναχωρημένο ή πιεσμένο ή μελαγχολικό ή εκνευρίζεται εύκολα, προκαλέστε συζήτηση και αν αποφασίσει να σας μιλήσει προσπαθήστε να "δείτε" το πρόβλημα με τα δικά του μάτια. Να θυμάστε ότι οι απογοητεύσεις συχνά ορθώνονται σαν τεράστιο βουνό μπροστά στο παιδί.

Ακούστε το με μεγάλη προσοχή. Αφήστε το να μιλήσει όσο θέλει, χωρίς διακοπές. Είναι σημαντικό να αισθανθεί ότι στέκεστε δίπλα του.

Βοηθήστε το να βάλει σε σειρά τα γεγονότα και να τα δει ψύχραιμα, να σκεφτεί εάν έχει εκείνο κάποια ευθύνη και τι θα μπορούσε να έχει κάνει ή έστω τώρα να κάνει.

Να του τονίζετε ότι μερικές καταστάσεις ή κακές συμπεριφορές από τους άλλους δεν εξαρτώνται απολύτως από τον ίδιο, όμως είναι σημαντικό να μάθει να τα χειρίζεται.

Επισημαίνετε γενικά στο παιδί ότι η αναποδιά και η απογοήτευση αποτελούν μέρος της ζωής. Σημασία έχει να μπορούμε να αντιδράσουμε και να βγούμε πιο δυνατοί.

Πολλοί άνθρωποι –ακόμα και μεγάλοι- τα χάνουν με τις δύσκολες στιγμές. Πόσο μάλλον οι έφηβοι. Κατά συνέπεια, μην έχετε την απαίτηση από το παιδί σας να δείχνει υπερβολική ψυχραιμία στις απογοητεύσεις.

Επιτρέψτε του να εκδηλώσει την απογοήτευσή του και μην το αποπαίρνετε με σχόλια του τύπου "πάλι αυτό σκέφτεσαι; Αμάν πια!". Αν αισθανθεί ότι η θλίψη είναι "απαγορευμένο συναίσθημα", δε θα την εκφράζει, θα την καταπνίγει και θα πάψει να σας εμπιστεύεται.

Επιδιώξτε να μη διαταραχθεί η καθημερινότητά του εξαιτίας της ψυχικής του αναστάτωσης. Η ρουτίνα λειτουργεί πολλές φορές σαν φάρμακο, γιατί μας δίνει την εντύπωση ότι ελέγχουμε την κατάσταση.

Εξηγήστε του ότι στη ζωή οι στεναχώριες είναι περαστικές και ότι στην ηλικία του κι εσείς τραγικοποιούσατε τις απογοητεύσεις και τις δυσκολίες σας. Πάντα υπάρχει μέλλον, όσο δύσκολο κι αν είναι για το παιδί σας να πιστέψει ότι αυτό που το στεναχωρεί τώρα θα περάσει και θα έρθουν καλύτερες ημέρες.

http://www.news.gr/gynaika/paidi-oikogeneia/article/144752/apogohtefetai-efkola.html

Thursday, April 24, 2014

Όταν νόμιζες ότι δεν κοιτούσα




Όταν νόμιζες ότι δεν κοιτούσα, σε είδα να φτιάχνεις για μένα το αγαπημένο μου γλυκό και έμαθα ότι μικρά πράγματα μπορεί να έχουν ξεχωριστή σημασία στη ζωή.

Όταν νόμιζες ότι δεν κοιτούσα, σε παρακολουθούσα και έμαθα τα περισσότερα «μαθήματα ζωής», εφόδια για να γίνω καλύτερο και παραγωγικότερο άτομο όταν μεγαλώσω.

Όταν νόμιζες ότι δεν κοιτούσα, σε είδα να κρεμάς την ζωγραφιά μου στο ψυγείο και αμέσως ήθελα να ζωγραφίσω την επόμενη.


Όταν νόμιζες ότι δεν κοιτούσα, ακόμη και όταν ήσουν θυμωμένη με συμβούλευσες ήρεμα και απλά για να καταλάβω το γιατί και έτσι έμαθα ότι ο διάλογος και η επικοινωνία είναι σημαντικά ακόμη και όταν τα πράγματα είναι δύσκολα.

Όταν νόμιζες ότι δεν κοιτούσα, σε είδα να φτιάχνεις φαγητό για κάποιο φίλο που ήταν άρρωστος και έμαθα ότι όλοι μας πρέπει να νοιαζόμαστε και να φροντίζουμε ο ένας τον άλλο.

Όταν νόμιζες ότι δεν κοιτούσα, σε είδα να φροντίζεις το σπίτι και όσους ζούμε σε αυτό και έμαθα ότι πρέπει να εκτιμάμε ότι μας προσφέρεται.

Όταν νόμιζες ότι δεν κοιτούσα, σε είδα να φροντίζεις ένα αδέσποτο γατάκι και έμαθα ότι είναι καλό να είσαι ευγενικός με τα ζώα.


Όταν νόμιζες ότι δεν κοιτούσα, ένοιωσα ότι νοιαζόσουν και ήθελα να γίνω καλύτερος.

Όταν νόμιζες ότι δεν κοιτούσα, σε είδα να κλαις και έμαθα ότι κάποια πράγματα στη ζωή πληγώνουν αλλά έχεις δικαίωμα να είσαι στενοχωρημένος.

Όταν νόμιζες ότι δεν κοιτούσα, σε είδα να αναλαμβάνεις τις ευθύνες ακόμα και όταν οι καταστάσεις ήταν δύσκολες και έμαθα ότι πρέπει να είμαι υπεύθυνο άτομο.

(Μπορούμε να τυπώσουμε την παρακάτω εικόνα και να θυμόμαστε ότι οι πράξεις μας οι ίδιες είναι το παράδειγμά μας για τους άλλους)

Sunday, April 13, 2014

Το καλύτερο σχολείο στον κόσμο …


Αρχές δεκαετίας του ’90. Η φινλανδή υπουργός Παιδείας επισκέπτεται τον σουηδό ομόλογό της, ο οποίος θα της πει ότι μέχρι το 2000 το σουηδικό εκπαιδευτικό σύστημα θα βρισκόταν στην κορυφή του κόσμου. Εκείνη θα του απαντήσει πως ο στόχος της δικής της χώρας είναι πολύ πιο μετριοπαθής. Της αρκεί να βρεθεί μπροστά από τη Σουηδία. Πράγματι, βάσει όλων των διεθνώς αποδεκτών κριτηρίων, μέσα σε λίγα χρόνια η Φινλανδία ξεπέρασε τη Σουηδία. Παρεμπιπτόντως, στους περισσότερους κρίσιμους δείκτες κατέκτησε κι εξακολουθεί να κατέχει την πρώτη θέση παγκοσμίως. Εάν ενδιαφέρει και την Ελλάδα η περίπτωση της σκανδιναβικής χώρας, δεν είναι επειδή το εκπαιδευτικό της σύστημα, με έμφαση στο σχολείο, έχει καταστεί αντικείμενο συστηματικής μελέτης από όλες τις χώρες που αποδίδουν αξία στην παιδεία, δεν είναι επειδή πρόκειται για μια μικρή ευρωπαϊκή χώρα -είναι επειδή πρόκειται για μια μικρή ευρωπαϊκή χώρα που αντιμετώπισε πολύ σοβαρή οικονομική κρίση το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’90 και παρ’ όλα αυτά, ή ακριβέστερα, επιχειρώντας να την ξεπεράσει, δημιούργησε ένα αξιοζήλευτο εκπαιδευτικό πρότυπο.
Βεβαίως, δεν υπάρχει κάποια «μαγική» φινλανδική φόρμουλα, την οποία απλώς μπορούμε να αντιγράψουμε. Έτσι κι αλλιώς αρκετά στοιχεία της δικής της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης για αντικειμενικούς λόγους δεν είναι είτε επιθυμητό είτε εφικτό να υιοθετήσουμε. Άλλωστε, αν κάτι κάνει τόσο ξεχωριστή την επιτυχία των φινλανδών είναι ότι αγνόησαν ορισμένες από τις χαρακτηριστικότερες επιταγές μιας εκπαιδευτικής ορθοδοξίας που έχει διαμορφωθεί διεθνώς κι αντ’ αυτού λειτούργησαν με πνεύμα εκλεκτισμού, συναρθρώνοντας στοιχεία που είχαν ήδη και χρειάζονταν ενίσχυση ή αναπροσαρμογή με στοιχεία που υπήρχαν σε άλλα εκπαιδευτικά συστήματα, τα οποία ωστόσο εισήγαγαν στο δικό τους με πολύ στοχευμένους και προσεκτικούς χειρισμούς. Σ’ αυτήν τη μικρή σκανδιναβική χώρα επιμένουν να καλλιεργούν στο σχολείο τη συνεργασία, αντί για τον ανταγωνισμό, να συγκροτούν ένα χαλαρό περιβάλλον μάθησης, αντί να δίνουν προτεραιότητα στις εξετάσεις, να αδιαφορούν για κάθε είδους τυποποίηση και να μην αξιολογούν τους εκπαιδευτικούς ούτε να εξαρτούν τη χρηματοδότηση των σχολείων από τις επιδόσεις των μαθητών. Και, βέβαια, δε μπήκαν στον πειρασμό των ιδιωτικοποιήσεων. Η εκπαίδευση θεωρείται, αυτονόητα, δημόσιο αγαθό. Το 97,5% των πόρων που διατίθενται για αυτήν είναι δημόσιοι. Ως αποτέλεσμα, η Φινλανδία διαθέτει τους πιο μορφωμένους πολίτες στον κόσμο, παρέχει ίσες ευκαιρίες μόρφωσης κι αξιοποιεί με μεγάλη αποτελεσματικότητα τους σχετικούς πόρους.
Πρόκειται, λοιπόν, για μια συναρπαστική ιστορία. Και μας αφορά -πώς συγκροτείται η δημόσια πολιτική, πώς εμπλέκεται ενεργά η ίδια η εκπαιδευτική κοινότητα, πώς δημιουργείται ευρεία κοινωνική συναίνεση ως προς τους στόχους και τις μεθόδους κ.ο.κ.- ιδίως καθώς στη δική μας περίπτωση η πιο γνωστή και σημαντική μεταρρύθμιση στην εκπαίδευση εξακολουθεί να είναι «η μεταρρύθμιση που δεν έγινε» (κατά την ομότιτλη κλασική μελέτη του Αλέξη Δημαρά). Αυτήν την ιστορία αφηγείται στα Φινλανδικά Μαθήματα ο Pasi Sahlberg, μια σημαίνουσα προσωπικότητα της εκπαίδευσης στη χώρα του, την οποία κι επί μακρόν υπηρετεί με διάφορες ιδιότητες. Και μας προειδοποιεί από τις πρώτες σελίδες: «Σε αυτή την εποχή των άμεσων αποτελεσμάτων, η εκπαίδευση απαιτεί μια διαφορετική νοοτροπία. Η μεταρρύθμιση των σχολείων αποτελεί μια σύνθετη και αργή διαδικασία. Η επίσπευση αυτής της διαδικασίας σημαίνει την καταστροφή της». Εδώ δε θα αναφερθούμε ούτε στην ιστορική εξέλιξη της φινλανδικής εκπαίδευσης, ούτε στις επιμέρους δομές της και συναφή ζητήματα ειδικότερου ενδιαφέροντος που αναλύει με μεθοδικό τρόπο ο συγγραφέας, αλλά θα επιμείνουμε στο βασικό πνεύμα της, στις αρχές στις οποίες θεμελιώνεται και στις αξίες που θέλει να μεταδώσει. Εάν επιθυμούσαμε να συμπυκνώσουμε τη γενική εικόνα εστιάζοντας στους μαθητές, η σύγκριση με τη χώρα μας θα ήταν αποκαρδιωτική. Οι φινλανδοί αρχίζουν το σχολείο ένα χρόνο αργότερα, στα επτά τους, αφιερώνουν λιγότερο χρόνο στη μελέτη (περιττό να ειπωθεί: δεν ξέρουν τι θα πει φροντιστήριο) -κι επομένως παίζουν περισσότερο- αγχώνονται πολύ λιγότερο καθώς δίνουν ελάχιστες εξετάσεις στις οποίες εξίσου ελάχιστη σημασία αποδίδεται, μετέχουν ενεργητικά σε ένα ανοιχτό, διαδραστικό μαθησιακό περιβάλλον που δίνει έμφαση στη συνεργασία και τη δικαιοσύνη.
Το σχολείο τους είναι ένα όμορφο, «ζεστό» περιβάλλον που υποβάλλει την αίσθηση της οικειότητας. Αφήνουν τα παπούτσια τους στην είσοδο και προσφωνούν τους δασκάλους τους με το μικρό τους όνομα. Τελικά μορφώνονται, με την ουσιαστική έννοια του όρου, ως άνθρωποι κι ως πολίτες, αλλά επιπλέον και «χρήσιμες» δεξιότητες αναπτύσσουν. Και στην Ελλάδα, πάντως, μπήκε στις ράγες, λέει, μια (ακόμη) μεταρρύθμιση του Λυκείου, η οποία βεβαίως-βεβαίως έχει και πάλι να κάνει με το αγαπημένο μας θέμα, δηλαδή τις εξετάσεις στο Λύκειο και τον τρόπο εισαγωγής στο πανεπιστήμιο. Εάν δεν το πήρατε χαμπάρι, ανατρέξτε στα μονόστηλα των εφημερίδων, πριν από κάνα δίμηνο, όταν πέρασε ο σχετικός νόμος στη Βουλή. Ας σοβαρευτούμε. Ένας θεμελιώδης παράγοντας της φινλανδικής επιτυχίας είναι -πώς θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά;- οι εκπαιδευτικοί. Προσοχή όμως. Σύμφωνα τουλάχιστον με τον Sahlberg, το σημαντικότερο, για μια κοινωνία που στ’ αλήθεια μπορεί να συλλάβει ένα μεταρρυθμιστικό σχέδιο, δεν είναι η επιστημονική κατάρτιση των εκπαιδευτικών (που κι αυτή απαραίτητη συνθήκη είναι), αλλά «να εξασφαλίσουμε ότι η δουλειά τους στα σχολεία βασίζεται στην επαγγελματική αξιοπρέπεια και τον κοινωνικό σεβασμό, ώστε να μπορούν να εκπληρώσουν το σκοπό να ακολουθήσουν τη διδασκαλία ως επάγγελμα ζωής». Αυτά δεν είναι λόγια του αέρα. Σύμφωνα με τις σχετικές έρευνες, για τους φινλανδούς το επάγγελμα του δασκάλου είναι αυτό με το υψηλότερο κοινωνικό κύρος από κάθε άλλο! Για να γίνει κάποιος δάσκαλος θα πρέπει να φοιτήσει σε μια παιδαγωγική σχολή και κατόπιν οπωσδήποτε να κάνει ένα διετές μεταπτυχιακό πρόγραμμα.
Όντας δάσκαλος πια, δε διδάσκει πολλές ώρες, αλλά αφιερώνει σημαντικό τμήμα του χρόνου του, από κοινού με τους συναδέλφους του, στο σχεδιασμό ή στην αποτίμηση του αναλυτικού προγράμματος και γενικότερα στο διαρκή αναστοχασμό κάθε πτυχής της εκπαιδευτικής διαδικασίας που, ευτυχώς, δεν ελέγχεται ασφυκτικά από το Υπουργείο Παιδείας (υπενθύμιση: άλλο δημόσιο αγαθό, άλλο κρατισμός). Η σύγκριση με αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα είναι συντριπτική. Η καταβαράθρωση του μισθού των εκπαιδευτικών έρχεται πια να συνδυαστεί -με τη διαθεσιμότητα και τα παρακολουθήματά της- με συνθήκες ακραίας επαγγελματικής ανασφάλειας και τη συνακόλουθη απαξίωση του επαγγέλματος, την οποία παρακολουθεί ανήμπορη ή αδιάφορη μια κοινωνία που ανέκαθεν αντιμετώπιζε λίγο-πολύ εργαλειακά την εκπαίδευση (ως μέσο για επαγγελματική αποκατάσταση και κοινωνική άνοδο). Η συγκρουσιακή κατάσταση στην οποία λαμβάνουν χώρα οι όποιες αλλαγές πλήττουν ακόμη περισσότερο την έτσι κι αλλιώς χαμηλή εμπιστοσύνη που χαρακτηρίζει τις κοινωνικές ομάδες μεταξύ τους, και βεβαίως με το κράτος. Τ
ο κοινωνικό κόστος που θα έχει αυτή η διαλυτική κατάσταση θα φανερωθεί στην πληρότητά του στο μέλλον. Προφανώς, το ίδιο πράγμα απεικονίζεται στα καλοσχεδιασμένα powerpoint των σοφών τεχνοκρατών της Τρόικας ως εξοικονόμηση κι εξορθολογισμός. Στην πιθανή ένσταση ότι ένα κράτος υπό χρεοκοπία δεν έχει πολλά περιθώρια, ακόμη κι ένα αμιγώς οικονομικίστικο σκεπτικό αν ακολουθήσουμε, η απάντηση έρχεται και πάλι από τη Φινλανδία. Όταν τη δεκαετία του ’90 χτυπήθηκε από την κρίση (ανεργία 20%, μείωση ΑΕΠ 13%, υψηλό δημόσιο χρέος, κλυδωνισμός τραπεζικού συστήματος) η κοινωνία αντέδρασε με σύνεση, αυτοπεποίθηση και συναίνεση κι επέλεξε να αλλάξει οικονομικό μοντέλο: από την ξυλεία και την παραδοσιακή βιομηχανία έδωσε πια έμφαση στην τεχνολογία και την καινοτομία (π.χ. Nokia), που θα πει έδωσε μέγιστη προτεραιότητα στην εκπαίδευση και την έρευνα, αυξάνοντας τους σχετικούς πόρους (και βεβαίως επανασχεδιάζοντας την κατανομή τους), την ίδια στιγμή που έκανε δραματικές περικοπές αλλού.

«Η εκπαίδευση θεωρήθηκε απαραίτητη επένδυση -όχι απλώς δαπάνη- για να βοηθήσει στην ανάπτυξη της καινοτομίας, παίζοντας το ρόλο του τρίτου παράγοντα στο φινλανδικό τρίγωνο της γνώσης και της καινοτομίας». Εμείς κάνουμε το αντίστροφο: η περικοπή των πόρων γίνεται κατεξοχήν σε όλες τις βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήματος και στην επιστημονική έρευνα, λες και θέλουμε να ευτοεγκλωβιστούμε σε ένα μοντέλο χαμηλού εργασιακού κόστους, χαμηλής ειδίκευσης κι αμορφωσιάς. Όσο περισσότερο συνεχίζουμε σ’ αυτήν την κατεύθυνση, τόσο πιο πιθανό γίνεται κάποια στιγμή να γραφτούν τα ελληνικά μαθήματα. Μαντεύετε το περιεχόμενό τους.
Πηγή: Book Press